της Βαρβάρας Ζούκα
Συρρικνώνεται και γερνάει ο πληθυσμός στους περισσότερους δήμους της Ελλάδας, όπως αποτυπώνει έρευνα του Ινστιτούτου Τοπικής Αυτοδιοίκησης (ΙΤΑ), που εκπονήθηκε στο πλαίσιο πρωτοβουλιών που αναλαμβάνει η αυτοδιοίκηση σε μια προσπάθεια να συμβάλει στην αντιμετώπιση του δημογραφικού.
“Βρισκόμαστε αντιμέτωποι με μια πρόκληση άνευ προηγουμένου: τη μείωση και τη γήρανση του πληθυσμού στους δήμους της Ελλάδας. Αυτό το φαινόμενο δεν αποτελεί απλώς αριθμητική στατιστική, αλλά ένα βαθύτερο ζήτημα που επηρεάζει την κοινωνία, την οικονομία και τον τρόπο ζωής μας”, αναφέρει χαρακτηριστικά ο πρόεδρος της Κεντρικής Ένωσης Δήμων Ελλάδας (ΚΕΔΕ), δήμαρχος Αμπελοκήπων – Μενεμένης Λάζαρος Κυρίζογλου.
Για ένα “κρίσιμο, επίκαιρο και εθνικό πρόβλημα”, μιλά ο πρόεδρος του ΙΤΑ, δήμαρχος Παπάγου – Χολαργού Ηλίας Αποστολόπουλος, αναφερόμενος παράλληλα στη βαρύτητα του έργου που καλείται να παρέχει η αυτοδιοίκηση για την αντιμετώπιση αυτού του τεράστιου ζητήματος σε εθνικό και τοπικό επίπεδο.
Ή μελέτη με τίτλο «Μείωση και Γήρανση του πληθυσμού των Δήμων στην Ελλάδα: υφιστάμενη κατάσταση, τάσεις μεταβολής και διατύπωση προτάσεων πολιτικής» παρουσιάστηκε στο πλαίσιο ημερίδας στην Ξάνθη από τον καθηγητή Περιφερειακής Ανάπτυξης του Παντείου Πανεπιστημίου και Β’ Αντιπρόεδρο του Επιστημονικού Συμβουλίου του ΙΤΑ Γιάννη Ψυχάρη.
Μεγάλη η τάση γήρανσης στις μητροπολιτικές περιοχές
Σύμφωνα με τον κ. Ψυχάρη, στους δήμους των μητροπολιτικών περιοχών η τάση μείωσης του πληθυσμού είναι σχετικά μικρή, αλλά η τάση γήρανσης μεγάλη. Ειδικά στον πυρήνα των μεγάλων αστικών κέντρων, μεταξύ των οποίων η Αθήνα και η Θεσσαλονίκη, ο πληθυσμός ακολουθεί τάση μείωσης. Αντίθετα, στις περιοχές περιφερειακά του πυρήνα των μητροπολιτικών κέντρων παρατηρείται πληθυσμιακή αύξηση.
Όπως χαρακτηριστικά επισημαίνει ο κ. Ψυχάρης, ο δήμος Αθηναίων είναι ένας από τους δήμους που κατατάσσεται στη δυσμενέστερη κατηγορία, αφού καταγράφει ποσοστά μείωσης αλλά και γήρανσης του πληθυσμού υψηλότερα από τον εθνικό μέσο όρο.
Είναι ενδεικτικό το γεγονός ότι το 70,2% των δήμων που ανήκουν σε μητροπολιτικές περιοχές κατέγραψε αύξηση του δείκτη γήρανσης μεταξύ 2001 και 2011, η οποία ήταν μάλιστα υψηλότερη του εθνικού μέσου όρου. Αντίστοιχες επιδόσεις υψηλού ρυθμού μεταβολής του δείκτη γήρανσης παρουσιάζουν και ορισμένοι ήδη “γηρασμένοι” μεσαίοι και μικροί ηπειρωτικοί και ορεινοί δήμοι.
Ποιοι είναι οι πιο γηρασμένοι και οι περισσότερο νεανικοί δήμοι στη χώρα
Σύμφωνα με τη μελέτη του Ινστιτούτου Τοπικής Αυτοδιοίκησης, σε ό,τι αφορά τον δείκτη γήρανσης η εικόνα στην Αττική εμφανίζεται σχετικά καλύτερη συγκριτικά με πολλούς δήμους στην υπόλοιπη Ελλάδα.
Οι αποκαλούμενοι “νεανικότεροι” δήμοι συγκεντρώνονται στη Δυτική Αττική, που είναι η και περιφέρεια της χώρας με τον νεανικότερο πληθυσμό. Η καλύτερη εικόνα καταγράφεται στους δήμους Φυλής, Ασπροπύργου και Αχαρνών και ακολουθούν οι δήμοι Ιλίου, Πετρουπόλεως, Περάματος, Πεντέλης, Αγίου Δημητρίου, Αγίων Αναργύρων -Καματερού, Βριλησσίων και Μεταμορφώσεως.
Αντίθετα, υψηλές τιμές όσον αφορά τον δείκτη γήρανσης χαρακτηρίζουν αρκετούς δήμους στην ηπειρωτική και στη Δυτική Ελλάδα. Οι δήμοι στους οποίους καταγράφονται οι υψηλότερες τιμές του δείκτη γήρανσης είναι αυτοί των Κεντρικών Τζουμέρκων, της Δωδώνης και της Γορτυνίας.
Δημογραφική τρωτότητα στη ραχοκοκαλιά της Ελλάδας
Σύμφωνα με τον κ. Ψυχάρη, η μείωση του πληθυσμού αφορά σχεδόν όλες τις περιοχές της χώρας με κάποιες πολύ μικρές εξαιρέσεις. Καλύτερη δημογραφική εικόνα παρουσιάζουν, ενδεικτικά, η Κρήτη και ορισμένα νησιά.
“Η πιο δύσκολη εικόνα εμφανίζεται στη ραχοκοκκαλιά της Ελλάδας”, αναφέρει χαρακτηριστικά ο κ. Ψυχάρης, εξηγώντας ότι πρόκειται κατά κύριο λόγο για ηπειρωτικές περιοχές, στη Βόρεια και στη Νότια Ελλάδα αλλά και στην Πελοπόννησο. “Στην ορεινή ηπειρωτική χώρα το δημογραφικό πρόβλημα παρουσιάζει τη μεγαλύτερη ένταση”, τονίζει ο καθηγητής.
Είναι ενδεικτικό ότι, σύμφωνα με τα αποτελέσματα της έρευνας του Ινστιτούτου Τοπικής Αυτοδιοίκησης, το 81% των μεσαίων ηπειρωτικών δήμων και το 96% των μικρών ηπειρωτικών δήμων γνώρισε μείωση πληθυσμού μεγαλύτερη από τον εθνικό μέσο όρο.
Οι περιοχές που μένουν πίσω και η αντισυστημική ψήφος
Σύμφωνα με τον κ. Ψυχάρη, το δημογραφικό βρίσκεται σε άμεση συνάρτηση με ένα φαινόμενο που απασχολεί έντονα το τελευταίο διάστημα την επιστημονική κοινότητα και έχει να κάνει με τις αποκαλούμενες “περιοχές που μένουν πίσω”.
“Είναι περιοχές που δεν μπορούν να παρακολουθήσουν τα δεδομένα της εποχής ούτε την πρόσβαση στα δημόσια αγαθά, στις υπηρεσίες που παρέχει το νέο κοινωνικό και οικονομικό πλαίσιο”, περιγράφει ο κ. Ψυχάρης, τονίζοντας ότι οι περιοχές αυτές συνήθως ψηφίζουν αντισυστημικά. “Η αντισυστημική ψήφος συνδέεται με τις περιοχές που νιώθουν αποκλεισμένες και το δημογραφικό είναι η αιχμή αυτής της εκδήλωσης”, υπογραμμίζει ο καθηγητής.
Η επίδραση του brain drain
Όπως χαρακτηριστικά επισημαίνει ο Β΄ αντιπρόεδρος του Επιστημονικού Συμβουλίου του ΙΤΑ, ακόμη και το “brain drain επέδρασε πάρα πολύ στην υπονόμευση της δημογραφικής ευρωστίας των δήμων και μάλιστα όχι μόνο από τις αστικές περιοχές αλλά και από περισσότερο απομακρυσμένες περιοχές”.
Στο πλαίσιο της έρευνας που εκπονήθηκε από το Ινστιτούτο Τοπικής Αυτοδιοίκησης, όπως παρατηρεί ο κ. Ψυχάρης, “αναδεικνύεται η ανάγκη μελέτης της γήρανσης και της πληθυσμιακής συρρίκνωσης σε επίπεδο δήμου, εστιάζοντας στις ιδιαιτερότητες κάθε περιοχής, στους παράγοντες κινδύνου αλλά και στη διαφορετική δυναμική κάθε τόπου, ώστε να προταθούν εστιασμένες δράσεις, σχεδιασμένες στα μέτρα κάθε περιοχής, εγκαταλείποντας τη λογική του ‘one size fits all’».+
Λιγοστεύουν και γερνούν οι Έλληνες
Όπως προκύπτει από τα στοιχεία που έχουν περιληφθεί στην έρευνα του Ινστιτούτου Τοπικής Αυτοδιοίκησης, στην Ελλάδα καταγράφεται μείωση πληθυσμού. Ειδικότερα, βάσει και των απογραφικών δεδομένων, μεταξύ 2001 και 2021 ο πληθυσμός μειώθηκε κατά περισσότερα από 500.000 άτομα, αριθμός που αντιστοιχεί σε ποσοστιαία μείωση 4,6%.
Από το 2021 η διαφορά των θανάτων από τις γεννήσεις είναι σταθερά αρνητική και αυξανόμενη. Μάλιστα, το 2022 οι θάνατοι ήταν σχεδόν διπλάσιοι των γεννήσεων. Σύμφωνα με τις προβολές της Eurostat, ο συνολικός πληθυσμός της Ελλάδας υπολογίζεται ότι θα μειωθεί κατά 25% μέχρι το 2070, ενώ η μείωση αυτή μπορεί να φτάσει ακόμη και μέχρι το 32% στα δυσμενέστερα σενάρια. Μάλιστα, η αποτροπή της περαιτέρω μείωσης του πληθυσμού τουλάχιστον μέχρι το 2040 θεωρείται από τους επιστήμονες εντελώς αδύνατη, λόγω της ήδη διαμορφωμένης ηλιακής σύνθεσης.
Η Ελλάδα είναι μεταξύ των πιο γηρασμένων χωρών παγκοσμίως και μία από τις τέσσερις πιο γηρασμένες χώρες της Ε.Ε. Σύμφωνα με την καταγραφή του Ινστιτούτου Τοπικής Αυτοδιοίκησης, ο μισός πληθυσμός της χώρας είναι άνω των 46 ετών, ενώ ένα στα πέντε άτομα είναι ηλικίας άνω των 65 ετών, με το μερίδιο αυτό να αναμένεται να φτάσει το 37,5% του πληθυσμού έως το 2050. Οι άνω των 85 ετών υπολογίζονται σε περίπου 390.000 άτομα και αντιστοιχούν σε κάτι λιγότερο από το 4% του πληθυσμού της Ελλάδας. Από το 2000 υπολογίζεται ότι ξεκίνησε η μείωση του πληθυσμού στις εργάσιμες ηλικίες 15-64 ετών.
Γηρασμένη ήπειρος η Ευρώπη – Παράγοντας συγκράτησης η μετανάστευση
Σύμφωνα με τα στοιχεία τα οποία περιλαμβάνονται στη μελέτη του Ινστιτούτου Τοπικής Αυτοδιοίκησης, το μερίδιο της Ευρώπης στον παγκόσμιο πληθυσμό μειώνεται εντυπωσιακά, καθώς από ποσοστό 22% το 1950 έπεσε στο 10% το 2020 και εκτιμάται ότι θα συρρικνωθεί περαιτέρω στο 7% μέχρι το 2050.
Μάλιστα, όπως χαρακτηριστικά επισημαίνει ο κ. Ψυχάρης, «η μεταναστευτική εισροή είναι ο σημαντικότερος παράγοντας διαμόρφωσης του πληθυσμού της Ευρώπης και παράλληλα συγκράτησης της δημογραφικής πυραμίδας», καθώς «αν δεν υπήρχε η μετανάστευση, ο πληθυσμός της Ευρώπης θα είχε μειωθεί κατά 14 εκατομμύρια το διάστημα ανάμεσα στο 2000 και στο 2022».
Όπως προκύπτει από τα ερευνητικά δεδομένα, στο σύνολο της ηπείρου ήδη από το 1993 οι θάνατοι υπερτερούν αριθμητικά των γεννήσεων. Η Ευρώπη φιλοξενεί σήμερα περισσότερα από 140 εκατ. άτομα ηλικίας άνω των 65 ετών, που αντιπροσωπεύουν σχεδόν το 20% του πληθυσμού της. Μάλιστα, το ποσοστό αυτό αναμένεται να διαμορφωθεί σε 27,8% έως το 2050. Η Ελλάδα συγκαταλέγεται μεταξύ των χωρών που καταγράφουν τα υψηλότερα ποσοστά σε άτομα ηλικίας 65 ετών και άνω στον συνολικό πληθυσμό τους. Σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat, τη βασική τριάδα των χωρών αυτών σχηματίζουν η Ιταλία (23,5%), η Φινλανδία (22,7%) και η Ελλάδα (22,5%) ενώ αντίθετα στο Λουξεμβούργο σημειώνεται το χαμηλότερο ποσοστό (14,8%). Στην Ε.Ε. το ποσοστό των ατόμων ηλικίας άνω των 80 ετών ανέρχεται σε 6% και εκτιμάται ότι θα διπλασιαστεί μέχρι το 2050. Πρόκειται, μάλιστα, για την ταχύτερα αυξανόμενη ηλικιακή ομάδα.
(Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα “Πολιτική”, 19-10-2024)